πεσσονομώ

πεσσονομώ
-έω, Α
1. τοποθετώ τους πεσσούς στο αβάκιο για να αρχίσει το παιχνίδι
2. μτφ. καθορίζω, σχεδιάζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεσσός + -νομῶ (< -νόμος < νέμω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”